- μετοιωνίζομαι
- μετοιωνίζομαι,A effect an auspicious change in, procure happier omens for,
τὰς τῆς πόλεως πράξεις Din.1.29
; τὴν τύχην ib.92.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τὰς τῆς πόλεως πράξεις Din.1.29
; τὴν τύχην ib.92.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
μετοιωνίζομαι — (Α) μεταβάλλω οιωνό και τόν καθιστώ ευνοϊκό ή παρέχω πιο αίσιους οιωνούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + οἰωνίζομαι «προμαντεύω κάτι παρατηρώντας τους οιωνούς»] … Dictionary of Greek
μετοιωνίσασθε — μετοιωνίζομαι effect an auspicious change in aor imperat mp 2nd pl μετοιωνίζομαι effect an auspicious change in aor ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μετοιωνίσασθαι — μετοιωνίζομαι effect an auspicious change in aor inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)